Η Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως 1453 μ. Χ.
Από τον Δρ. Στυλιανό Καρέντζο
Στις 29 Μαΐου 2014 συμπληρώθηκαν 561 χρόνια από την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως,από τον Μωάμεθ τον Β΄τον πορθητή όπως τον χαρακτήρισαν οι ιστορικοί της εποχής.Μια βαρειά επέτειος για το γένος μας και μία αποφράδα ημέρα, που μόνο πόνο μπορεί να προκαλέσει σε κάθε Ελληνική ψυχή. Πριν όμως προβώ στην εξιστόρηση των γεγονότων στηριζόμενος στον Γεώργιο Φρανζή και δευτερευόντως στους Μιχαήλ Κριτόβουλο,Δούκα και Λαόνικο Χαλκοκονδύλη, θα ήθελα να ασχοληθώ με τους δύο κυρίως πρωταγωνιστές της άλωσης, τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Παλαιολόγο και τον σουλτάνο Μωάμεθ Β΄καθώς επίσης και με την οχύρωση της Πόλης.
Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος ΙΑ΄ γιός του αυτοκράτορα Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγου (1391-1425) και της Ελένης Δραγάση,κόρης του Σέρβου άρχοντα των Σερρών και νεότερος αδελφός του αυτοκράτορα Ιωάννη Η΄ Παλαιολόγου (1425-1448),είχε γεννηθεί στις 9 Φεβρουαρίου 1404 και ήταν ήδη 45 ετών όταν ανήλθε στον αυτοκρατορικό θρόνο μετά τον θάνατο του Ιωάννη.Η στέψη του έγινε στον Μυστρά,στις 6 Ιανουαρίου 1449, ύστερα από επιμονή της μητέρας του, που δεν επιθυμούσε τον ανάξιο Δημήτριο που είχε συμμαχίσει με τους τούρκους εις βάρος τις Κωνσταντινούπολης.Ο Κων/νος είχε νυμφευθεί δυο φορές,πριν την άνοδό του στο αυτοκρατορικό θρόνο, αλλά και τις δυο φορές είχε χηρέψει και δεν είχε αποκτήσει τέκνα.Μετά την στέψη του έφθασε στην Βασιλεύουσα με νοικιασμένα καταλανικά πλοία στις 12 Μαρτίου 1449. Η αυτοκρατορία για λόγους οικονομικούς δεν διέθετε δικά της πλοία και ο στόλος της είχε διαλυθεί, αρκετά χρόνια πρίν. Η Ελληνική αυτοκρατορία εδαφικά απαρτίζεται απο την Βασιλεύουσα με πληθυσμό λιγότερο από εκατό χιλιάδες, την πόλη της Σηλυμβρίας,την Πέρινθο,την Μεσημβρία,τους Επιβάτες, την Αγχίαλο στην Θράκη, μερικά νησιά του Αιγαίου και την Πελοπόννησο την οποία την μοιράζονταν οι δεσπότες Δημήτριος και Θωμάς που σπαταλούσαν τον καιρό τους φιλονικώντας ο ένας με τον άλλον. Όταν ο Κων/νος ανέλαβε την αυτοκρατορία, το πρώτο του μέλημα ήταν να την θωρακίσει κατά των εχθρών της και επειδή η κυρία απειλή ήταν από τους οθωμανούς Τούρκους ,προσπάθησε στην αρχή δια της διπλωματικής οδού να πλησιάσει τον Σουλτάνο. Ο Μουράτ Β΄πατέρας του Μωάμεθ Β΄, δεν είχε ιδιαίτερες κατακτητικές βλέψεις προς την Κωνσταντινούπολη. Άνθρωπος περισσότερο των γραμμάτων και των τεχνών, δεν αποτελούσε ιδιαίτερο κίνδυνο.Ο υιός του όμως ο νεαρός Σουλτάνος Μωάμεθ, ήταν εντελώς διαφορετικών αντιλήψεων.Ο αυτοκράτορας στην αρχή μετά από εισήγηση των συμβούλων του και ιδιαίτερα του Γ.Φραντζή προσπάθησε να νυμφευθεί την χείρα του Μουράτ Β΄την Μάρα Μπράνκοβιτς, μήπως και καταφέρει διά αυτού του τρόπου να προσεγγίσει τον Μωάμεθ,δεδομένης της αδυναμίας που της είχε ο νέος Σουλτάνος. Δυστυχώς όμως το προξενιό δεν επροχόρησε.Βέβαια ο Μωάμεθ στην αρχή συμφώνησε και υπέγραψε μάλιστα συνθήκη ειρήνης με τον Κων/νο, πράγμα όμως που αργότερα δεν τον εμπόδισε να την ανακαλέσει και να προχωρήσει στη ανέγερση του κάστρου Ρούμελη Χισάρ, στην ευρωπαϊκή πλευρά του Βοσπόρου, μία μόνιμη απειλή για την Βασιλεύουσα.Κατ΄αυτόν τον τρόπο , η μόνη διέξοδος βοήθειας του Κων/νου ήταν πλέον η Δύση και ο Πάπας.Μία βοήθεια που όμως ποτέ δεν ήλθε.
Ο Μωάμεθ Β΄ ο Πορθητής (1432-1481), Φατιχ Σουλτάν Μεχμέτ κατά τους Τούρκους, γιος του σουλτάνου Μουράτ Β΄,γεννήθηκε στις 30 Μαρτίου του 1432 στην Ανδριανούπολη και ήταν ο τρίτος κατά σειρά γιός του σουλτάνου.Η μητέρα του ήταν χριστιανή σκλάβα και από πολύ μικρή ηλικία έμεινε ορφανός από μητέρα.Την ανατροφή του ανέλαβε η σύζυγος του Μουράτ Β΄, Μάρα Μπράνκοβιτς, κόρη του Σέρβου ηγεμόνα Γεωργίου Μπράνκοβιτς.Η Μάρα τον αγάπησε σαν δικό της γιό και τα συναισθήματα του Μωάμεθ προς αυτήν ήσαν γιου προς μητέρα. Η χριστιανή Μάρα επέδρασε πολύ στον ψυχισμό του νεαρού Μωάμεθ, μιλώντας του γιά τον χριστιανισμό,προσέχοντας όμως να μην υπερβαίνει τα όρια που ήσαν επιτρεπτά για τον γιό ενός σουλτάνου της οθωμανικής δυναστείας.Έτσι ο Μωάμεθ έμαθε να σέβεται την εικόνα της Παναγίας, η οποία υπήρχε πάντα στην σκηνή του με αναμένο καντήλη και να απαγγέλει το Πάτερ ημών από πολύ μικρή ηλικία. Σε ηλικία 11 εστάλει από τον Πατέρα του ως κυβερνήτης στη Αμάσεια της Μικράς Ασίας, όπως ίσχυε τότε για τους οθωμανούς πρίγκιπες. Το 1444 ο Μουράτ Β΄παρετήθει από τον θρόνο του οικειοθελώς υπέρ του Μωάμεθ.Το νέο μόλις έγινε γνωστό στη δύση , παρεκίνησε τα χριστιανικά κράτη να στραφούν κατά των Τούρκων τώρα που στην ηγεσία τους ευρίσκετο ένα άπειρο παιδί.Η Ουγγαρία, η Βλαχία και η Βενετία, συνασπίσθηκαν κατά του νεαρού Σουλτάνου.Η συμμαχία αυτή όπως ήταν αναμενόμενο έφερε μεγάλη αναταραχή στην αυλή του Μωάμεθ. Ο φιλοπόλεμος βεζύρης Τουρχάν Μπέης, παρότρυνε τον Σουλτάνο σε πόλεμο, ενώ ο ειρηνόφιλος Μεγάλος Βεζύρης Χαλίλ Πασάς είχε μεγάλες αμφιβολίες, για το εάν ο νεαρός Σουλτάνος μπορούσε να αντιμετωπίσει τον επερχόμενο κίνδυνο.Έτσι λοιπόν προτίμησε να ξεσηκώσει σε εξέγερση τους Γενίτσαρους , οι οποίοι απαίτησαν την παραίτηση του Μωάμεθ και την επαναφορά του πατέρα του Μουράτ, όπερ και εγένετο. Μετά την επαναφορά του(1446),o Μουρατά Β΄εξεστράτευσε κατά των χριστιανικών δυνάμεων και στη περιοχή της Βάρνας τους κατατρόπωσε, κλείνοντας το θέμα του κινδύνου από την δύση. Το 1451 o Μουράτ Β΄απεβίωσε και ο Μωάμεθ ανέβηκε για δεύτερη φορά στον οθωμανικό θρόνο σε ηλικία 19 ετών.Πρώτο του μέλημα ήταν να ταφεί ο πατέρας του μεγαλοπρεπώς στη Προύσα και αμέσως μετά να απαλλαγεί από τους αδελφούς του, διατάζοντας τον στραγγαλισμό τους,(κατά το έθιμο,δεν επιτρέπετο να χυθεί αίμα της οθωμανικής δυναστείας).Στην συνέχεια εστράφει κατά των αντιπάλων του ηγεμόνων της Καραμανίας , τους οποίους ε νίκησε κατά κράτος μένοντας τελικά απερίσπαστος για την υλοποίηση του ονείρου του, δηλαδή την κατάκτηση της Κωνσταντινουπόλεως και την επανίδρυση της αυτοκρατορίας του Μεγάλου Αλεξάνδρου υπό την κυριαρχία του και τις δικές του αρχές.
Η οχύρωση της Πόλης: Η Κωνσταντινούπολη, από ιδρύσεως της,ευρίσκετο σε προνομιακή γεωγραφική θέση,σε μία χερσόνησο, περιβρεχομένη από τα νερά της προποντίδος, του Βόσπορου και του Κερατίου κόλπου.Στο μέρος της ξηράς που επικοινωνούσε με την υπόλοιπη Θράκη την επροστάτευαν τα Θεοδοσιανά τείχη. Το σχήμα της πόλεως προσομίαζε με τρίγωνο, του οποίου η βάση στραμένη πρός την Δύση, ευρίσκετο στα τείχη και η κορυφή στραμένη προς την Ανατολή, στον Βόσπορο.Οι δύο πλευρές του εβρέχοντο η μία πρός τον Βορράν απο τον Κεράτιο κόλπο και η άλλη προς τον Νότο από την Προποντιδα.Τα Θεοδοσιανά τείχη, προστάτευσαν αποτελεσματικά την Πόλη ,καθ΄όλην την διάρκεια της μακραίωνης ιστορίας της και για αυτόν τον λόγο απεκαλούντο Θεοφύλακτα. Αποτελούντο από δυο σειρές τειχών, την έξωτερική και την εσωτερική, με μία απόσταση μεταξύ των 15-20 μέτρων, τον καλούμενο περίβολο. Επεκτείνοντο από της Βλαχέρνες στον Κεράτιο κόλπο, μέχρι την αποβάθρα των Πυγών στη προποντίδα και είχαν μήκος 5.570 μέτρων. Τό έσω τείχος είχε ύψος 12 μέτρων και πλάτος 5 μέτρων , έφερε δε 96 πύργους, ύψους 18-20 μέτρων και σε απόσταση 55μέτρων μεταξύ των.Το έσω τείχος αποτελούσε την κυρία άμυνα της πόλεως .Το έξω τείχος είχε ύψος 8,5 μέτρων και πλάτος 2 μέτρων, έφερε 96 πύργους, ύψους 10 μέτρων και οι οποίοι αντιστοιχούσαν στο μέσον των κενών των πύργων του έσω τείχους.Τα Θεοδοσιανά τείχη είχαν 10 πύλες και πολλές μικρές πύλες (πυλίδες),γιά βοηθητικές εργασίες.Έμπροσθεν των έξω τείχων και σε απόσταση 15 έως 20 μέτρων ,από αυτά υπήρχε τάφρος πλάτους 19-21 μέτρων και βάθους 10 μέτρων , η οποία σε καιρούς πολυορκίας εγέμιζε με θαλασσινό νερό. Η Κωνσταντινούπολη από τις πλευρές της θάλασσας επροστατεύετο με μία σειρά τειχών.Η πλευρά προς τον Κεράτιο κόλπο, μήκους 5.600 μέτρων είχε τείχος ύψους 10 μέτρων και επεκτείνετο από τις Βλαχέρνες μέχρι την Ακρόπολη.Το τείχος έφερε 110 πύργους και 17 πύλες.Έξω από το τείχος υπήρχε στενή λωρίδα ξηράς πλάτους 5-8 μέτρων περίπου. Στην περιοχή αυτή της θαλάσσης, ιδιαίτερα προς την Ακρόπολη, επικρατούσαν συνήθως βορριάδες που απέτρεπαν την προσέγγιση πλοίων. Η πλευρά προς την Προποντίδα ,μήκους 8.900 μέτρων είχε τείχος ύψους 12-15 μέτρων και επεκτείνετο από την Ακρόπολη μέχρι την αποβάθρα των Πηγών.Το τείχος έφερε 188 πύργους και 13 πύλες.Έξω από το τείχος δεν υπήρχε καθόλου ξηρά και τα τείχη εφάπτοντο της γεμάτης υφάλων θαλάσσης.
Το χρονικό της άλωσης: Στις 2 Απριλίου του 1453 φάνηκαν στα υψώματα απέναντι από την Κωνσταντινούπολη τα πρώτα μπαϊράκια της εμπροσθοφυλακής του Μωάμεθ και στις 6 Απριλίου ,την πρώτη Παρακευή μετά το Πάσχα έφθασε και ο Σουλτάνος και έστησε την σκηνή του πίσω από τον λόφο που ευρίσκετο απέναντι από την πύλη της Καλιγαρίας , παρέταξε δε τον στρατό του από την Ξύλινη πύλη των ανακτόρων μέχρι την Χρυσή πύλη.Μαζί του ήλθε και το Μεγάλο Κανόνι, το οποίο τοποθέτησε απέναντι από την πύλη του Ρωμανού.Το κανόνι τούτο είχε κατασκευάσει ο ούγγρος Ορβάν , ο οποίος προηγουμένως διεπραγματεύετο την κατασκευή του με τους Έλληνες, επειδή όμως ο Μωάμεθ του προσέφερε τα διπλάσια χρήματα, προτίμησε να το κατασκευάσει γιά αυτόν.Η κατασκευή του κανονιού έγινε στην Ανδριανούπολη και γιά την μεταφορά του χειάσθηκαν 50 ζευγάρια βόδια, 200 άνδρες δεξιά και 200, αριστερά, 50 ξηλουργοί και 200 σκαπανείς γιά την διευθέτηση των δρόμων της διαδρομής του και την κατασκευή γεφυρών.Χρειάσθηκαν 2 μήνες για την απόσταση από την Ανδριανούπολη μέχρι την Κωνσταντινούπολη ,που κανονικά απέχει μόνο 2 ημέρες με το άλογο.Το κανόνι για να γεμίσει, χρειάζετο 2 ώρες και έριχνε μέχρι 7 βολές ημερησίως.Οι λίθινες σφαίρες του είχαν βάρος 12 στατήρων(677 κιλά ) και τις έριχνε σε απόσταση ενός μιλίου .Ο κρατήρας που άνοιγε η σφαίρα στην γή είχε βάθος 2 οργυιές.Το κανόνι αυτό μετά από μερικές ημέρες έσκασε κατά την διενέργεια βολής φονεύοντας και τον Ορβάν, ο δε Σουλτάνος στεναχορίθηκε τόσο πολύπου διέταξε την διακοπή της επιθέσεως γιά το υπόλοιπο της ημέρας. Μαζί με τον Σουλτάνο έφθασε και ο στρατός του αποτελούμενος από 300.000 άνδρες κατά τον Φρανζή.Άλλες πηγές αναφέρου 100.000-150.000 άνδρες κατά τουςνεότερους ιστορικούς ο στρατός αυτός έκειμένετο από 80.000 έως 100.000 άνδρες.Αποτελείτο απο πυροβολικό, ιππικό,πεζούς (ακοντιστές,τοξότες,σπαθοφόρους, σφεντονιστές) και τους γενίτσαρους( επίλεκτο σώμα).Επίσης είχε και 50.000 βαζιβουζούκους (άτακτοι με πρόχειρο εξοπλισμό)Τον στρατό ακολουθούσε πλήθος χωρικών γιά βοηθητικές εργασίες και με κίνητρο την λεηλασία ,δερβίσηδες και χοτζάδες που με τα κυρήγματά τους τόνωναν το πολεμικό μένος και την ορμή του στρατού. Το πυροβολικό του Μωάμεθ Β΄διέθετε 70 πυροβόλα, εξ αυτών 11 έριχναν βλήματα 250 κιλών και 50 έριχναν βλήματα 100 κιλών και με αυτά τα πυροβόλα σχημάτισε 14 πυροβολαρχίες. Ιστορικά ο Μωάμεθ Β΄ ήταν ο πρώτος στρατιωτικός ηγέτης που είχε στην διάθεσή του οργανομένο πυροβολικό και ο Κριτόβουλος αναφέρει ότι τα κανόνια έδωσαν την λύση στο θέμα της κατάκτησης της Πόλης. Ο Μωάμεθ όμως είχε αντιληφθεί ότι γιά την επίτευξη του στόχου του έπρεπε να διαθέτει και θαλάσσιες δυνάμεις, γιά τον λόγο αυτό φρόντισε και κατασκεύασε στόλο αποτελούμενο από 6 τριήρεις,10 διήρεις,15 γαλέρες,70 φούστες,20 παραντάρια και πολλά καΐκια. Συνολικά διέθετε 150 μονάδες.Νάυαρχο του στόλου του ετοποθέτησε τον εξωμότη Βούλγαρο Σουλεϊμάν Μπαλτόγλου. Όλο αυτό το στρατιωτικό δυνάμικό μαζί με πολλές πολιορκιτικές μηχανές και σκαπανείς με προστετευτικούς πύργους, που άνοιγαν λαγούμια και υπονόμους κάτω από τα Θεοδοσιανά τείχη , έριξε ο Σουλτάνος γιά την εκπόρθηση της Κωνσταντινουπόλεως.
Οι αυτοκρατορικές δυνάμεις ανήρχοντο σε 4937 έλληνες, 2000 ξένους , εξ ών 700 κατάφρακτοι γενουάτες υπό τον Ιωάννη Ιουστινιάνη Λόνγκο που είχε τον τίτλο του πρωτοστάτορα (αρχιστράτηγος), από τον αυτοκράτορα και λίγες εκατοντάδες λατίνων τοξοτών υπό τον καρδινάλιο Ισίδωρο καθώς και την τουρκική φρουρά του πρίγκιπος Ορχάν. Ο πρίγκιπας Ορχάν ήταν εγγονός του Σουλτάνου Σουλεϊμάν και ευρίσκετο στην Πόλη ως όμηρος .Ο Μωάμεθ Β΄πλήρωνε στον αυτοκράτορα 300.000 χρυσά γρόσια ετησίως γιά να τον κρατά μακριά του, διότι τον θεωρούσε επικίνδυνο διεκδικητή του θρόνου του. Το σύνολο των αμυνομένων ήταν περίπου 8.500 άνδρες. Ο αυτοκράτορας διέθετε και μικρό αριθμό πλοίων από τα οποία 10 αυτοκρατορικά,5 βενετσιάνικα,5γενοβέζικα,3 κρητικά ,1 από την Αγκώνα , 1 από την Καταλωνία και 1 από την Προβηγκία.Συνολικά 26 πολεμικά . Στα τείχη υπήρχαν πυροβόλα όπλα μικροτέρου διαμετρήματος από τα τουρκικά, τα οποία όμως σίγισαν από τις πρώτες ημέρες της πολιορκίας,διότι πρώτον δεν είχαν αρκετή ποσότητα πυρίτιδος και βλημάτων και δεύτερον με τις εκπυρσοκροτήσεις τους προκαλούσαν ρωγμές στα τείχη.
Στις 6 Απριλίου κηρύχθηκε επίσημα η πολιορκία, αφού πρώτα απερρίφθη η πρότασή του Μωάμεθ από τον Αυτοκράτορα, για παράδωση της πόλης με σεβασμό στις ζωές των κατοίκων της και των υπαρχόντων των. Αμέσως άρχισαν οι κανονιοβολισμοί και προσπάθειες υπονόμευσης των τειχών,με αποτέλεσμα ένα τμήμα των τειχών κοντά στην Χρίσια πύλη να καταστραφεί, οι αμυνόμενοι όμως σύντομα το επισκεύασαν. Οι τούρκοι προσπάθησαν επίσης να παραγεμίσουν την τάφρο, ώστε σε περίπτωση ρείγματος των τειχών να μπορέσουν να εισέλθουν στη πόλη, εκδιόχθεισαν όμως από τους αμυνόμενους με υγρό πύρ.
Στις 9 Απριλίου τα τουρκικά πλοία έκαναν την πρώτη τους επίθεση χωρίς επιτυχία, πράγμα που έκανε τον τούρκο Ναύαρχο να σταματήσει τις επιχειρήσεις μέχρι να φθάσει ο υπόλοιπος στόλος από την Καλλίπολη.
Στο διάστημα 6-10 Απριλίου ο Μωάμεθ κατέλαβε τα φρούρια του Στουδίου και Θεραπείου έξω από τα τείχη και ο Μπαλτόγλου τα Πριγκιπόννησα.
Στις 12 Απριλίου έφθασε και ο υπόλειπος τουρκικός στόλος από την Καλλίπολη και ο Μπαλτόγλου άρχισε τις εχθροπραξίες με αγκυροβόλιο το Διπλοκοιόνιο.
Στις 18 Απριλίου οι τούρκοι επετέθησαν στο Μεσοτείχιο.Η επίθεση διήρκεσε 4 ώρες και οι αμυνόμενοι την απέκρουσαν επιτυχώς.Οι τούρκοι αναγκάσθηκαν να υποχωρήσουν αφήνοντας πίσω τους 400 νεκρούς, ενώ οι αμυνόμενοι δε είχαν καμία απώλεια.
Στις 20 Απριλίου εμφανίσθηκε μία μοίρα από 3 γενουατικά πλοία υπό τον Φλαντανελά η οποία μετά από μάχη με τα Οθωμανικά πλοία κατάφερε να διεισδήσει στον Κεράτιο κόλπο ανασύροντας την αλυσίδα που τον απέκλειε από την θάλασσα του Βοσπόρου.Η όλη επιχείρηση έγινε κάτω από τις επευφημίες των υπερασπιστών στα τείχη της πόλης πρός τον Κεράτιο κόλπο, ενώ ο ίδιος ο Μωάμεθ Β΄ έφιππος από την απέναντι όχθη του Κερατίου είχε μπεί στην θάλασσα υβρίζοντας και απειλόντας τους ναύτες των τριών πλοίων και τους δικούς του στρατιώτες. Λέγετε δε ότι πάνω στον θυμό του διέταξε την θανάτωση του ναυάρχου του Μπαλτόγλου, αλλά αργότερα υπό την πίεση των υπολοίπων πασάδων του και την μη δυνατότητα αντικαταστάσεώς του με άλλον έμπειρο ναύαρχο , υποχώρησε στην αρχική του απόφαση και ο Μπαλτόγλου διεσώθει.
Στις 22 Απριλίου το πρωϊ, οι πολυορκούμενοι με μεγάλη έκπληξη διεπίστωσαν, ότι ο τουρκικός στόλος ευρίσκετο μέσα στον Κεράτιο κόλπο.Όλο το βράδυ και ενώ το πυροβολικό των τούρκων σφυροκοπούσε τα τείχη της Πόλης, ο Μωάμεθ κατάφερε να περάσει τα πλοία του από τον Βόσπορο στον Κεράτιο με την βοήθεια ξυλίνης διολκού την οποία είχε επιστρώσει με λίπος από πρόβατα και χοίρους, ενώ εκατοντάδες άνδρες τα τραβούσαν πάνω σε ξύλινους τροχούς. Τα ελληνικά και ιταλικά πλοία που ευρίσκοντο στον Κεράτιο ευρέθησαν σε δύσκολη θέση καθώς ξαφνικά ευρέθησαν σε διασταυρούμενα τουρκικά πυρά. Μιά προσπάθεια την επόμενη νύκτα των πολυορκουμένων να καταστρέψουν τον τουρκικό στόλο με υγρό πυρ, απέτυχε, λόγω προδοσίας. Η κατάσταση αυτή είχε και σαν συνέπεια την εξασθένηση της άμυνας στα τείχη, διότι τώρα οι αμυνόμενοι έπρεπε να προστατεύουν και τα τείχη προς τον Κεράτιο. Ο χρόνος περνούσε και η κατάσταση εντός της Πόλης εγίνετο όλο και ποιο δυσβάστακτη. Η έλλειψη τροφίμων από ημέρα σε ημέρα εγίνετο μεγάλη και οι στρατιωτικές δυνάμεις παρουσίαζαν κάματο και εξάντληση. Στα τείχη πλήθος γυναικών, παιδιών και μοναχών κάθε ημέρα προσπαθούσαν να επισκευάσουν τις ρωγμές με πέτρες και λάσπη και ενώ αυτά συνέβαιναν, πολλοί αυτοκρατορικοί και ξένοι προσπαθούσαν να πείσουν τον Κωνσταντίνο ΙΒ΄να διαφύγει στην Πελοπόννησο,κάτι που ο Αυτοκράτορας απέρριπτε με βδελυγμία.
Στις 21 Μαΐου ο Σουλτάνος έστειλε πρέσβεις στον Αυτοκράτορα, ζητώντας την παράδοση της Πόλης.Υπόσχετο στον Κωνσταντίνο και τον στρατό του και σε όποιον άλλον ήθελε να τους επιτρέψει να φύγουν με τα υπέρχοντα τους και να τον αναγνωρίσει Ηγεμόνα της Πελοποννήσου. Σε όσους δε έμεναν στην Πόλη τους παρείχε την προστασία του. Ο Αυτοκράτορας τον ευχαρίστησε γιά την γενναιοδωρία του, αλλά του απήντησε ότι ούτε ο ίδιος ούτε κανένας άλλος μέσα στην Πόλη μπορούσε να την παραδόση και ότι κοινή απόφαση όλων ήταν να πεθάνουν σαν υπερασπιστές της. Μετά από αυτήν την απάντηση ο Μωάμεθ Β΄άρχισε την προετοιμασία γιά την κατάληψη της Πόλης και μάλιστα εσπευσμένα διότι κυκλοφόρισαν φύμες ότι μεγάλος χριστιανικός στρατός από την Δύση , είχε ξεκινήσει γιά να βοηθήσει τον Κωσταντίνο ΙA΄. Ο Μωάμεθ Β΄συνεκάλεσε στρατιωτικό συμβούλιο και εκεί παρά την αντίθετη γνώμη του Μεγάλου Βεζίρη Χαλίλ Πασά ,που πολλές φορές είχε κατηγοριθεί γιά φιλικές διαθέσεις πρός τούς Έλληνες,απεφασίσθει η τελική επίθεση να γίνη την νήκτα της 29 Μαΐου.Ο Σουλτάνος στον λόγο του προς το στράτευμα είπε ότι υπάρχουν 3 λόγοι γιά να νικήσει ένας στρατός. Πρώτον η επιθυμία γιά την νίκη,δεύτερον η ντροπή γιά την ήττα και τρίτον η αγάπη και υπακοή τουστρατού προς τον ηγέτη του.Τους ετόνησε ότι ήταν βέβαιος και γιά τις τρείς προϋποθέσεις και τους εζήτησε μετά την κατάληψη της πόλης γιά τον Εαυτό του τα τείχη και τα οικοδομήματα, όλα τα άλλα τα άφινε γιά τον στρατό του.Είχαν το δικαίωμα γιά τρείς ημέρες να λεηλατούν κτήρια και εκκλησίες που έκρυπταν μεγάλους θησαυρούς και να επιδοθούν στον εξανδραποδισμό των κατοίκων.Συνέστησε την παραμονή της επιθέσεως νηστεία και προσευχή και υποσχέθηκε τον παράδεισο με τα ουρί σε όποιον έφονεύετο στην μάχη. Εντώς των τειχών την 28η Μαΐου συνετελέσθει ιερά ακολουθία στην Αγία Σοφία όπου παρέστη ο Αυτοκράτορας με όλους τους αξιωματούχους και σύσσωμος ο λαός.Στον λόγο του ανέφερε ότι οι Τούρκοι διαθέτουν πλήθος στρατού, πυροβολικό και ιππικό, αλλά εμείς έχουμε την βοήθεια του Θεού και Σωτήρα μας και στηριζόμεθα στα χέρια μας και στην δύναμη των, που πάλι μας έχει χαρίσει ο ίδιος ο Θεός.Ο Κωνσταντίνος τελείωσε τον λόγο του,κατά τον Φρανζη, ως εξής: <<Γνωρίσατε λοιπόν τούτο, εάν ειλικρινά υπακούσετε ότι σας διέταξα, ελπίζω ότι με την βοήθεια του Θεού, θα αποφύγουμε τη δίκαιη τιμωρία Του, που κρέμεται απάνω μας>>. Στην συνέχεια άφού ε κοινώνησε των αχράντων μυστηρίων καθώς και όλος ο λαός που ευρίσκετο εντός της εκκλησίας, μετέβει με την ακολουθία του στους προμαχώνες των τειχών.
Στις 29 Μαΐου ημέρα Τρίτη στις 01:00 εκδηλώθηκε η Τουρκική επίθεση συγχρόνως και από τις τρείς πλευρές της πόλης.Μετά από έντονο κανονιοβολισμό, επετέθησαν οι ορδές των Βαζιβουζούκων και μετά από αυτούς οι Γενίτσαροι και οι Ιππείς, με επίκεντρο την πύλη του Ρωμανού, όπου εμάχοντο ο Αυτοκράτορας και ο Πρωτοστράτορας Ιουστινιάνης.Η μάχη ήταν σφοδρότατη και εδημιουργήθησαν πολλές ρωγμές στα τείχη,τις οποίες επιδιόρθωναν αμέσως οι άμαχοι.Η σθεναρή αντίσταση των αμυνομένων προβλημάτισε τον Σουλτάνο ,ο οποίος διέταξε τους Τσαούσιδες με βουρδουλιές να εξαναγκάζουν τους υποχορούντες να ξαναπέφτουν στην μάχη.Ο αμφίροπος αγώνας έδιδε ελπίδες και διπλασίαζε το σθένος των στρατιωτών του Αυτοκράτορα, μέχρι την στιγμή του τραυματισμού του Ιουστινιάνη από βέλος στην δεξιά μηροβουβονική χώρα.Με τον τραυματισμό του ο Ιουστινιάνης εζήτησε απο τους στρατιώτες του να τον αποσύρουν στα μετόπισθεν. Εις μάτην ο Κωνσταντίνος τον ικέτευε να παραμείνη για να μην καμφθεί η άμυνα, εκείνος όμως έχοντας φρικτούς πόνους και αιμορραγών διέταξε τους στρατιώτες του να τον μεταφέρουν και μετά από ολίγον απέθανε αιμορραγών.Η υποχώρηση του Ιουστινιάνη και των Γενουατών του εξασθένησε την άμυνα στην πύλη του Ρωμανού και μετά από λίγο ευρέθησαν επί των τειχών οι πρώτοι Τούρκοι.Ένας ανελέητος αγώνας ακολούθησε μέχρι και της πτώσεως του Αυτοκράτορος ο οποίος σαν απλώς στρατιώτης εμάχετο ως λέον.Με το άκουσμα της εισόδου των Τούρκων κυριάρχησε η φράση << Η Πόλης εάλω>> και ακολούθησε γενική κατάρρευση των αμυνομένων.Η λαϊκή παράδοση θέλη την ύπαρξη της ανοικτής κερκόπορτας, τούτο όμως δεν είναι ιστορικά επιβεβαιωμένο.Οι λεηλασίες οι βιασμοί οι φόνοι και γενικά ο εξανδραποδισμός του λαού, που επικράτησε μετά την πτώση της Βασιλεύουσας δεν περιγράφεται.Ήταν τόσο μεγάλο το φονικό που ο ίδιος ο Σουλτάνος όταν μπήκε στην Πόλη και είλθε αντιμέτωπος με τους σωρούς των πτωμάτων , ιδία εντός της Αγίας Σοφίας,διέταξε να σταματήσουν οι βιαιοπραγίες κατά του αμάχου πλήθους την δεύτερη ημέρα της καταλήψεως, παρά την αρχική του υπόσχεση προς τους στρατιώτες του. Ήταν ίκτος η φόβος, ότι δεν θα έμενε κανένας ζωντανός μετά το υποσχεθέν τριήμερο; και ο Μωάμεθ μπορεί να διέθετε στρατό αλλά εχρειάζετο τους Έλληνες για την διοίκηση της αυτοκρατορίας του που ονειρεύετο να την επεκτείνει στα αχνάρια του Μ. Αλεξάνδρου. Αλήθεια οποία βλασφημία!!!