Αναζητώντας τις ρίζες του Ναϊτικού Τάγματος
Απο τον Δρ. Στυλιανό Καρέντζο
Οι περισσότεροι έχουν ακούσει για τους Ναΐτες Ιππότες. Πολλοί ξέρουν ότι υπήρξε ένα Ναϊτκό Τάγμα. Λίγοι γνωρίζουν την ιστορία των Ναϊτών. Ελάχιστοι όμως κατέχουν την γνώση από που ξεκινούν οι ρίζες του Ναϊτικού Τάγματος.
Ευρισκόμεθα στο έτος 1104 οι σταυροφορίες έχουν σταματίσει, τουλάχιστον για την ώρα. Το Βασίλειο της Ιερουσαλήμ είναι πλέον γεγονός. Ο Βασιλείας του όμως αισθάνεται αδύναμος στο εσωτερικό του κράτος του και ευάλωτος στους εξωτερικούς κινδύνους που περιβάλουν το Βασίλειό του. Οι σταυροφόροι που του έχουν απομείνει καθημερινά λιγοστεύουν, αφού ο σκοπός της απελευθέρωσης των Αγίων Τόπων έχει επιτευχθεί και οι στρατιώτες ,όλοι εθελοντές και καταβεβλημένοι από τις συνεχείς συγκρούσεις με τους απίστους του Ισλάμ, θέλουν να επιστρέψουν στις πατρίδες τους, ικανοποιημένοι από το κατόρθωμά τους. «Την δημιουργία του Βασιλείου των Ουρανών.» Ο Βασιλιάς Βαλδουίνος Α΄ γνωρίζει ότι το βασίλειο του δεν αστυνομεύετε και οι διάφοροι αρχηγίσκοι των σταυροφόρων για να συντηρήσουν στοιχειωδώς τους στρατιώτες τους επιδίδονται σε ζωοκλοπές και λεηλασίες του ντόπιου πληθισμού, κάτι που φανερώνει ότιδήποτε άλλο, παρά ευνομία και τάξη του κράτους του και συνάμα αποδεικνύει την αδυναμία του να επιβάλει στο εναπομείναν στράτευμα πειθαρχία και υπακοή. Όταν λοιπόν παρουσιάζετε μπροστά στον Βασιλιά, ο Κόμης Ούγκο της Καμπανίας και του ανακοινώνει τις προθέσεις του για την δημιουργία ενός Ιπποτικού Τάγματος στη περιοχή της Ιερουσαλήμ το οποίο θα είχε ως σκοπό την προστασία των προσκυνητών στους Αγίους Τόπους και την ασφαλή μετάβαση αυτών από το λιμάνη της Ζιάφρας έως το τόπον του προσκυνήματος των, αυτό ηχή στα αυτιά του Βαλδουίνου Α΄, σαν ήχος εξ ουρανών. Δίδει αμέσως την συγκατάθεσή του και τους παρέχει κάθε δυνατή διευκόλυνση, πλήν της οικονομικής, διότι και τα ταμεία του είναι επίσης αδειανά. Το τελευταίο όμως δεν απασχολεί τον Ούγκο της Καμπανίας. Εκείνον του αρκεί ότι έχει την συγκατάθεση του Βασιλέως της Ιερουσαλήμ του επισήμου προστάτου των Αγίων Τόπων κάτι που αυξάνει το γοητρό του στους βασιλείς και τους ηγεμόνες της Ευρώπης και ανοίγει τους δρόμους προς την εκκλησία και ιδιαίτερα το Βατικανό.
Που στηρίχθηκε όμως η ιδέα της δημιουργίας του Ναϊτικού Τάγματος και από που οραματίσθηκαν οι δημιουργοί του τις αρχές του;
Για να μπορέσουμε να απαντήσουμε σ΄αυτά τα ερωτηματικά πρέπει να ανατρέξουμε μερικούς αιώνες πίσω στην ιστορία, αναφερόμενοι πρώτον στους Βουκελλάριους Ιππότες της φιλοχρίστου Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και δεύτερον στο Αυτοκρατορικό Τάγμα της Ανατολής του Μιχαήλ Ψελλού.
Την εποχή της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας του Μ. Κωνσταντίνου ήταν σύνηθες οι συγκλητικοί να έχουν ορισμένους έμπιστους άνδρες στην προσωπική φρουρά τους, οι οποίοι ήσαν ομοτράπεζοι τους και οι οποίοι ήσαν υπεύθυνοι γιά την προσωπικοί ασφάλειά τους καθώς και την προστασία των οικογενειών των. ΟΙ άνδρες αυτοί, πάντα ελεύθεροι Ρωμαίοι πολίτες είχαν δικό τους κώδικα τιμής και ήσαν πάντα πρόθυμοι να πέσουν στο πεδίο του καθήκοντός των υπερασπιζόμενοι τον συγκλητικό τους και την οικογένειά του. Με την πάροδο των ετών και την πλήρη επικράτηση του χριστιανισμού, όλοι οι συγκλητικοί είχαν στην διάθεσή τους τέτοιους φρουρούς, οι οποίοι συνήθως δεν υπερέβαιναν τα δέκα άτομα και το βάρος της συντήρησης τους το επωμίζεται ο εκάστοτε συγκλητικός. Το όνομα αυτών των φρουρών ήταν Βουκελλάριοι. Σύνθετη λέξη προερχόμενη από το Βούκα ( Buka στα λατινικά) που σημαίνει Μπουκιά και εχρησιμοποιήτο γιά την αρτοκλασία στην εκκλησία που εμβαπτισμένη μέσα στον άκρατο οίνο της Θείας Ευχαριστίας παρέπεμπε στο σώμα του Χριστού και την λέξη κελλάρ (Cellar στα λατινικά) που σημαίνει φύλακας. Δηλαδή φύλακες του σώματος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.
Το 514 μ.Χ. ο στρατηγός Βελισάριος είχε την ιδέα για τις στρατιωτικές ανάγκες της αυτοκρατορίας, να δημιουργήσει ένα επίλεκτο Τάγμα εφίππων στρατιωτών, το οποίο θα απαρτίζετε από Βουκελλάριους. Το Τάγμα αυτό αν και μη βασιλικό, διότι δεν απαρτίζετο από ευγενείς, θα ήταν εν τούτοις στην διάθεση του αυτοκράτορος. Η ιδέα του έφιππου πολεμιστή προήλθε από τους έφιππου Ούνους τοξότες και τους έφιππους Γότθους σιδηρόφρακτους σπαθοφόρους. Κατ αυτόν τον τρόπο προήλθαν οι έφιπποι σιδηρόφρακτοι Βουκελλάριοι οι οποίοι εμάχοντο ιππέυοντας με τόξο και σπάθα. Οι Βουκελλάριοι ιππείς ήσαν θρησκευόμενοι πολεμιστές με ιδανικά και τρόπους συμπεριφοράς που δεν απαντόντο την εποχή εκείνη σε άλλους πολεμιστές της αυτοκρατορίας ή στους γύρω γνωστούς λαούς. Εσέβοντο τους αιχμαλώτους πολέμου, τις γυναίκες και τους αδυνάτους. Εχαρακτηρίζοντο από εχεμύθεια, εμπιστοσύνη, πίστη, υπακοή, πειθαρχεία, θάρρος, τόλμη, σύνεση, ψυχραιμία, αποφασιστικότητα, αποτελασματικότητα, αυτοπεποίθηση, ταπεινοφροσύνη, υπερηφάνεια, τιμή και υπερέχουσα πολεμική τακτική. Ένα μέρος του όρκου τους που έδιδαν οι ενταχθέντες στο Τάγμα ενώπιον των συντρόφων τους Ιπποτών Βουκελλαρίων και του Ενδοξoτάτου Αρχηγού τους, τον Στρατηγό Βελισάριο, ήταν να μην διασπούν ποτέ την γραμμή τους, κατά την μάχη, όσο και άν τους πίεζε ή τους προκαλούσε ο εχθρός. Δεν λεηλατούσαν και δεν προέβαιναν σε βιαιοπραγίες κατά των ηττημένων και δεν άφηναν ποτέ τους τραυματίες τους αβοήθητους στο πεδίο των μαχών, όπως εσυνηθίζετο την εποχή εκείνη. Για το τελευταίο είχαν ειδικά εκπαιδευμένους εφίππους οι οποίοι αφού έδιδαν τις πρώτες βοήθειες στον τραυματία τον ανέβαζαν εν συνεχεία σε ειδικά διαμορφωμένους ίππους οι οποίοι είχαν δύο ζεύγη αναβατήρων και στην συνέχεια εφίππευαν και αυτοί επί του ιδίου ίππου και οδηγούσαν τους τραυματίες στα μετόπισθεν σε ειδικά διαμορφωμένα σπίτια για ιατρική φροντίδα και ανάρρωση, τα σπίτια όπως τα ονόμασαν. Απο αυτό το γεγονός προήλθε και η σφραγίδα του Τάγματός που ήταν δύο πολεμιστές έφιπποι επί ενός ίππου.Οι Βουκελάριοι είχαν στην αρχή λευκό πολεμικό λάβαρο που σήμαινε την αγνότητα τους. Αργότερα στο λάβαρο αυτό προσετέθη ο Ερυθρός Σταυρός.
Οι έφιπποι Βουκελλάριοι αποτέλεσαν το πρότυπο των μετέπειτα αναπτυσσομένων ιπποτών της Δύσης και όπως αντιλαμβάνεται ο αναγνώστης από αυτούς προήλθε η σφραγίδα των Ναϊτών και η χρήση του Ερυθρού Σταυρού στην σημαία τους.
Ο Κόμης Ούγκο της Καμπανίας και ο μετέπειτα πρώτος μεγάλος μάγιστρος του Ναϊτικού Τάγματος Ούγκο ντε Παγιέν το 1095 μ.Χ ταξίδευσαν στη Κωνσταντινούπολη και παρέμειναν σε αυτήν τρία χρόνια θητεύοντας στο Αυτοκρατορικό Τάγμα της ανατολής του Μιχαήλ Ψελλού το οποίο και απετέλεσε το θεωρητικό πρότυπο τους, στην δημιουργία μετέπειτα του Ναϊτικού Τάγματος. Μιχαήλ ήταν το μοναστικό του όνομα, διότι γιά πολύ μικρό διάστημα υπήρξε μοναχός. Κατά κόσμον ονομάζετο Κωνσταντίνος. Το προσονύμιο Ψελλός του εδόθη διότι εψέλλιζε. Ο Μιχαήλ Ψελλός (1018-1095), φιλόσοφος, νομικός, ιατρός, πολιτικός, μαθηματικός, αστρονόμος, γεωμέτρης, αλχημιστής, μουσικός και λογοτέχνης, υπήρξε παραδυναστεύων (πρωθυπουργός) και ύπατος φιλόσοφος (πρύτανης) του Πανσπουδαστηρίου της Κωνσταντινουπόλεως. Ο Ψελλός είχε σπουδάσει στην Αθήνα και ήταν μελετητής του Ομήρου, Ησιόδου, Ηροδότου, Θουκυδίδη, Δημοσθένη και γνώστης της αρχαίας φιλοσοφίας και των αρχαίων φιλοσόφων.
Φημολογείται πως ο Μιχαήλ Ψελλός υπήρξε αρχηγός του εσωτερικού Τάγματος της Ανατολής, όπου μυημένος σε αυτό υπήρξε και ο πατριάρχης Φώτιος. Το Τάγμα αυτό με εσωτερικές Ερμητικές και νεοπλατωνικές καταβολές, αποτελείτο από χριστιανούς στρατιώτες της αυτοκρατορίας, οι οποίοι σκοπό είχαν να προστατεύουν τους χριστιανικούς πληθυσμούς της ανατολής από τις επιθέσεις των μουσουλμάνων. Ζούσαν με απόλυτη πειθαρχία και χριστιανικό πνεύμα, υπακούοντας στον Αυτοκράτορα και την εκκλησία.
Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι οι ιδρυτές του Ναϊτικού Τάγματος επηρεάστηκαν στην δημιουργία του, εφ΄ενός μεν από τους Βουκελλάριους Ιππότες που γνώρισαν κατά την παραμονή τους στην Κωνσταντινούπολη, παίρνοντας την φροντίδα των τραυματιών των την σφραγίδα τους και την σημαία τους, αφ΄ετέρου δε θεωρητικά από το Αυτοκρατορικό Τάγμα της ανατολής.
Το Ναϊτικό Τάγμα, ως μοναστικό στρατιωτικό Τάγμα, στην αρχή έκανε χρήση των κανόνων του Αγίου Αυγουστίνου, αργότερα δε των κανόνων του Βερνάρδου του Κλερβό, οι οποίοι θεσπίσθηκαν από αυτόν για το Ναϊτικό Τάγμα μετά από παράκληση του Μεγάλου Μαγίστρου Ούγκο ντε Παγιέν.
Οι σύγχρονοι Ναΐτες Ιππότες έχουν τις ακόλουθες υποχρεώσεις:
α) Να βελτιώσουν ηθικά το εαυτό τους
β) Να αποκτήσουν την Θεία γνώση, σύμφωνα με την Χριστιανική πίστη
γ) Να εκτελέσουν το καθήκον της αγαθοεργίας προς το αναξιοπαθούντα