Πιστοί στον Όρκο – 25η Μαρτίου 1821
«Κόσμος» του κόσμου είναι η πατρίδα μας. Ηρώων γεννήτρα και γη της λευτεριάς η Ελλάδα μας. Απ’ την αυγή της ιστορίας της γιγάντια πολεμάει και το χώμα της ματοποτίζεται. Τα στήθια των παιδιών της γίνονται των εχθρών οι απρόσβλητοι κυματοθραύστες. Εδώ η λευτεριά είναι «απ’ τα κόκκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά».
Της Ιστορίας μιά είναι η Ελληνική ιαχή, ένα το πρόσταγμα, μιά η επιταγή, ένα το σύνθημα, σαν ο εχθρός επιβουλεύεται την ακεραιότητα της Ελλάδας. Στα Ομηρικά χρόνια της πατρίδος η φωνή: «Είς οιωνός άριστος αμύνεσθαι περί πάτρης». Αργότερα όταν οι Πέρσες ζητάνε «γήν και ύδωρ» η πανελλήνια ιαχή που ακούστηκε παντού ήταν: «Ίτε παίδες Ελλήνων ελευθερούτε πατρίδα….Νύν υπέρ πάντων αγών».
Οι πολιορκημένοι Έλληνες της Πόλης, στην πρόκληση των Τούρκων για παράδοση και υποταγή, απαντούν με το στόμα του τελευταίου αυτοκράτορα, Κωνσταντίνου Παλαιολόγου: «Το δε την Πόλιν σοι δούναι…Το να σου παραδώσω την Πόλη δεν είναι δικό μου έργο ούτε κανενός άλλου από τους κατοίκους της γιατί πήραμε όλοι μαζί την εκούσια απόφαση να πεθάνουμε και να μην λογαριάσουμε την ζωή μας».
Ύστερα από τετρακόσια χρόνια σκλαβιάς θ’ αδράξουν και πάλι τα τιμημένα όπλα, με το σύνθημα: «Για του Χριστού την πίστη την αγία και της πατρίδος την ελευθερία»· και με την εγερτήρια κραυγή: «ελευθερία ή θάνατος»…
Μνημειώδης έχει παραμείνει ο όρκος των Ιερολοχιτών στη Μητρόπολη της Φοξάνης, τον Φεβρουάριο του 1821. Ανάμεσα στ’ άλλα έλεγε: «Ως Χριστιανός Ορθόδοξος και ως υιός της Εκκλησίας, ορκίζομαι είς το όνομα του Παντοδυνάμου μας Θεού, είς το όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και της Αγίας Τριάδος, να μείνω πιστός είς την θρησκείαν μου και την πατρίδα μου….Ορκίζομαι να χύσω και αυτήν την υστέραν ρανίδα του αίματος μου υπέρ της Θρησκείας και της Πατρίδος…ή να πεθάνω ως μάρτυς δια τον Ιησούν Χριστόν».
Πανάγια κιβωτός του έθνους υπήρξε για πάντα η Ορθόδοξη Εκκλησία μας. Θεματοφύλακας άγρυπνος των εθνικών ιδανικών και παραδόσεων. Εμπνευστής και πρωτοπόρος σ’ όλους τους αγώνες της λευτεριάς. Δίχως Εκκλησία, Ελλάδα δεν θα υπήρχε. «Όσο επιζούσε η Εκκλησία ο Ελληνισμός δεν μπορούσε να πεθάνει» (Στίβεν Ράνσιμαν).
Η Εκκλησία με τον ιερό κλήρο είναι πάντα μπροστά, πρώτη σε θυσίες. Ανυπολόγιστη η προσφορά της. Τεράστια η συμβολή της στους αγώνες του έθνους. Μεγαλειώδης η παρουσία της στην ανέλιξη της εθνικής μας ιστορίας. Ο λαός είναι συσπειρωμένος γύρω από την Εκκλησία, όπως το παιδί στην αγκαλιά της μάνας. Οι ραγιάδες κοντά της βρίσκουν παρηγοριά και δύναμη στα χρόνια εκείνα της μαύρης σκλαβιάς.
«Ο κλήρος υπήρξεν ο οδηγός του έθνους και το στήριγμα του», βεβαιώνει ο ιστορικός Διον. Κόκκινος. Ο επίσκοπος Ρωγών Ιωσήφ, στο Μεσολόγγι γίνεται ακριβώς ο ενσαρκωτής του ιδανικού Έλληνα ιεράρχη που αγωνίζεται πλάϊ στο λαό του. Η θυσία του προκάλεσε παγκόσμιο θαυμασμό.
Το Μεσολόγγι, κατά την ωραία έκφραση του ποιητή: «Το ράσο του Δεσπότη του φορεί για σάβανο του». Πολλές, πάρα πολλές οι θυσίες του Ελληνικού κλήρου. Στα χρόνια του τρισμεγάλου εκείνου αγώνα, θανατώθηκαν περισσότεροι από 6 χιλιάδες κληρικοί. Μερικοί τους αναβιβάζουν σε 10 χιλιάδες. Ο Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε’ έλεγε: «Και εγώ ως κεφαλή του έθνους και υμείς η Σύνοδος οφείλομεν ν’ αποθάνωμεν δια την κοινήν σωτηρίαν. Ο θάνατος ημών θα δώσει δικαίωμα είς την Χριστιανοσύνην να υπερασπίση το έθνος εναντίον του τυράννου». Κι είναι γνωστοί οι καρποί της θυσίας του και του μαρτυρίου του. Η αγχόνη του χαλύβδωσε το φρόνημα του λαού για αγώνα και λευτεριά. Η αγχόνη του έγινε δύναμη, χάρη κι ευλογία. Η νίκη για πάντα περνάει απ’ το δρόμο της θυσίας. «Όποιου του μέλλει ανάσταση, το γολγοθά περνάει».
Με την πίστη τούτη του Χριστού μεγαλούργησαν οι πολέμαρχοι του 1821. Με την δύναμη του Σταυρού ταπείνωσαν και σύντριψαν την αλαζονεία του αλλοφύλου Αγαρηνού.
Με την ευλογία της Παναγίας κατακτήσανε την νίκη. Γι’ αυτό και η Ελλάδα μας «λειτρωθείσα των δεινών….νικητήρια αναγράφει» στη χάρη της. «Μεγάλα τα της πίστεως κατορθώματα».
«Μέγας Κύριος και μεγάλη η ισχύς αυτού».
Ο αγώνας εκείνος στεφανώθηκε με την νίκη, γιατί «δεν αγωνιζόμεθα είς άλλο, ή μη δια την απόκτησιν των δικαιωμάτων μας και δια να κάμωμεν να λάμψει η ευσέβεια». «Ο Θεός μεθ’ ημών εστί», δήλωνε ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης. Το ομολογεί και ο Κωνσταντίνος Κανάρης: «Μια δύναμη με άρπαξε από τη λιτανεία πρίν φύγουμε από τα Ψαρά για τη Χίο. Μια δύναμη Θεϊκή με γιγάντωσε». Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης ενημερώνοντας τον τσάρο για την απόφασή του να συμμετάσχει στον ξεσηκωμό των Ελλήνων κατά του Οθωμανού δυνάστη έγραψε: «Οι γενναίες επιβολές των εθνών προέρχονται από το Θεό…Οι Έλληνες ξεσηκώνονται όλοι μαζί για ν’ αποτινάξουν το σκληρό ζυγό που τους πιέζει από αιώνες. Τα καθήκοντά μου προς την πατρίδα και στα τελευταία θελήματα του πατέρα μου μού επιβάλλουν επιτακτικά ν’ αφιερωθώ, μαζί με τους αδελφούς μου, στο δίκαιο αυτό αγώνα για απελευθέρωση της πατρίδος μου».
Στις πιο πάνω φράσεις του Αλέξανδρου Υψηλάντη συνοψίζεται το σκεπτικό τού κάθε αγωνιζόμενου Έλληνα που ανέλαβε να φέρει εις πέρας ένα δύσκολο έργο. Οι Έλληνες έχοντας πίστη στο Θεό, στην οικογένεια και στο τίμιο του αγώνα τους επέλεξαν συμβολικά την 25η Μαρτίου 1821 ως την επίσημη ημερομηνία που σηματοδότησε την απαρχή της απαλλαγής από τα άχθη της κατοχής και της σκλαβιάς. Μ’ εκείνη την άγια μέρα, που σ’ αντίστοιχή της ο Αρχάγγελος Γαβριήλ μεταφέροντας τη Θεία Θέληση στην Παναγία με το «Χαίρε κεχαριτωμένη. Ο Κύριος μετά σου…», επέλεξαν να συνδέσουν την έναρξη του εθνικοαπελευθερωτικού τους αγώνα. Ο «Ευαγγελισμός του Ελληνισμού», θα λέγαμε, μετουσιώθηκε σε πράξη μ’ επιστέγασμα την ανακήρυξη του ανεξάρτητου ελληνικού Κράτους το 1830 με τη συνθήκη του Λονδίνου.
Οι διεθνείς συγκυρίες και η εσωτερική κατάσταση επέτρεψαν στους Έλληνες να εκπληρώσουν τον προαιώνιο πόθο. Με το ρεύμα που δημιουργήθηκε από τους ανθρώπους του πνεύματος, την επέκταση του ευρωπαϊκού διαφωτισμού μέσω της γαλλικής Επανάστασης του 1789, που βασίστηκε στο τρίπτυχο «Ελευθερία-Ισότητα-Αδελφοσύνη», τη συμπαράσταση των όπου Γης Ελλήνων και φιλελλήνων η σπίθα δεν άργησε να γίνει πύρινη λαίλαπα. Οι «Φιλικοί», ως προμηθείς, εργάζονταν σχεδόν επτά χρόνια για να καλλιεργήσουν και να εμφυσήσουν στους υπόδουλους το επάναγκες για εθνεγερσία, με αμετάθετο στόχο την εθνική Παλιγγενεσία.
Έχοντας ως ιεράν παρακαταθήκη τα παραδείγματα των προηγουμένων, που αγωνίστηκαν μέχρις εσχάτων, για να αποτελέσουν το φωτεινό οδοδείκτη για τους επόμενους, δεν ηδύναντο να κιοτέψουν, αλλά, ούτε είχαν την πολυτέλεια να κριθούν ως ριψάσπιδες από τον ιστορικό του μέλλοντος. Ο αγέρωχος Ρήγας Φεραίος, σπουδαία μορφή της προεργασίας, μετά την παράδοσή του από τους αυστριακούς στους Τούρκους, και προτού στραγγαλιστεί στο Βελιγράδι, και τα άψυχα σώματα αυτού και των συντρόφων του καταλήξουν στο Δούναβη, φώναξε στεντορίως:
«Ούτως αποθνήσκουσι τα παλληκάρια. Ικανόν έσπειραν σπόρον. Θέλει βλαστήσει, και το γένος μου θέλει συλλέξει τον γλυκύν αυτού καρπόν!».
Όσοι προηγήθηκαν της Μεγάλης Επαναστάσεως προσέφεραν ιερήν υπηρεσία στο Έθνος. Αποτέλεσαν το προζύμι και έθεσαν στέρεες τις βάσεις για αποβολή του συνδρόμου του ραγιαδισμού. Υπήρξαν η προμετωπίδα που έπεισε το σκλαβωμένο Γένος ότι ο Μαρμαρωμένος Βασιλιάς, της Βασιλεύουσας Πόλεως, αναμένει την απελευθέρωση. Τα κινήματα του 16ου και 17ου αιώνα, οι κλέφτες, τα αρματολίκια, οι Γριβαίοι, ο Δράκος, ο Μαλάμος, οι επαναστατημένοι νησιώτες, ο Λάμπρος Κατσώνης, ο Βελεστινλής οι διδάσκαλοι του Γένους, Αδαμάντιος Κοραής και Κοσμάς ο Αιτωλός, οι πρωτεργάτες της Φιλικής Εταιρίας Τσακάλωφ, Ξάνθος και Σκουφάς έσπειραν, όντως, σπόρων ικανών.
Οι εθνικοί αγώνες έχουν ευτυχή κατάληξη όταν αυτοί που τους διεξάγουν είναι έτοιμοι για το παν. Οι «Φιλικοί» θέλοντας να αποτυπώσουν, εν πλήρη διαστάσει, το μέγεθος της ευθύνης που έκαστος ελάμβανε, δια της συμμετοχής του, κατέγραψαν τις συνέπειες του ανομήματος της επιορκίας στην κατακλείδα του όρκου τους: «Τέλος, ο θάνατός μου ας είναι η άφευκτος τιμωρία του αμαρτήματός μου, δια να μη μολύνω την αγνότητα της Εταιρείας με την συμμετοχήν μου».
Σύμφωνα, λοιπόν, με το σχέδιο της Φιλικής Εταιρίας, η Επανάσταση θα εκδηλωνόταν ταυτόχρονα, σχεδόν, από τη Μολδοβλαχία μέχρι την Πελοπόννησο και από τη Σερβία μέχρι την Κωνσταντινούπολη. Η ιαχή “Λευτεριά ή Θάνατος” ακούστηκε σ’ όλες τις υπόδουλες ελληνικές περιοχές και το ερώτημα που διατύπωνε ο Ρήγας στο «Θούριο», «ως πότε παλληκάρια θα ζούμε στα στενά μονάχοι σαν λιοντάρια στες ράχες στα βουνά;» τύγχανε απάντησης.
Στα ευλογημένα εδάφη της Πελοποννήσου και της Στερεάς Ελλάδας και στα καθαρόρευστα νερά του Αιγαίου γράφτηκαν οι ενδοξότερες σελίδες του ελληνικού έπους: Στη Γραβιά, στην Αλαμάνα, στα Δερβενάκια, στην Τριπολιτσά, στο Μεσολόγγι, στα Ψαρά μεγαλούργησαν σπουδαίες μορφές του αγώνα όπως οι: Οδυσσέας Ανδρούτσος, Αθανάσιος Διάκος, Κολοκοτρώνης, Παπαφλέσσας, Καραϊσκάκης, Μπουμπουλίνα, Μαντώ Μαυρογένους, Κανάρης, Μιαούλης, Μπότσαρης, Λόρδος Βύρων και μια πλειάδα γνωστών ή αφανών ηρώων.
«Ο Θεός και η Παναγιά υπέγραψαν την Ελευθερία της Πατρίδος και δεν πέρνουν πίσω την υπογραφή τους», έλεγε ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης.
Τα 400 χρόνια σκλαβιά δεν έκαμψαν την Ορθόδοξη Πίστη και την αγάπη των Ελλήνων για την Πατρίδα τους. Εμείς σήμερα, κληρονομήσαμε μια βαριά κληρονομιά, που σημαίνει ότι πρέπει με κάθε θυσία να τη διατηρήσουμε και ας μην ξεχνάμε την φράση του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη «Εις εσάς μένει να ισάσετε και να στολίσετε τον τόπο…· και, διά να γίνη τούτο, πρέπει να έχετε ως θεμέλια της πολιτείας την ενότητα, την θρησκεία, την φρόνιμον ελευθερία». Εάν είμαστε σήμερα Έλληνες Ορθόδοξοι Χριστιανοί και Ελεύθεροι το οφείλουμε στην αυτοθυσία και τον ηρωϊσμό των λαμπρών εκείνων Κληρικών που τίμησαν πραγματικά το ένδοξο ράσο και ανεδείχθησαν άξιοι της αποστολής τους αλλά και στην αυτοθυσία και τον ηρωισμό των Στρατηγών, Πολέμαρχων, Ηρώων και του Λαού που όλοι μαζί ελευθέρωσαν την Ελλάδα μας, την Πατρίδα μας. Σαν τιμημένα παιδιά των προγόνων μας οφείλουμε να διαβεβαιώσουμε του προγόνους μας ότι θα μείνουμε και θα μένουμε πιστοί στα «Όσια και Ιερά» της Πατρίδας μας, που εκείνοι πότισαν με το άγιο και μαρτυρικό αίμα τους. Τέλος ας αναφωνήσουμε όλοι μαζί με μια φωνή «Αιωνία νάναι η μνήμη όλων των Πατριαρχών, Ιερομονάχων, Ιερέων και Μοναχών και των πιστών Ελληνορθοδόξων Χριστιανών που έπεσαν Ηρωικά μαχόμενοι για την απελευθέρωση της Πατρίδας μας».
Αιωνία η μνήμη αυτών.
« Ζήτω η ΕΛΛΑΣ»!!!
Εγράφη υπό του Αρχιμανδρίτου
πατρός Στάχυως Καψή